Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Διεθνής πρωτιά για 30χρονη διδάκτορα Βιολογίας του ΑΠΘ

Η Αναστασία Παπαδοπούλου κατέκτησε το βραβείο της Καλύτερης Νέας Ερευνήτριας (Young Investigator Award) για το έτος 2011 για την αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Της Νικολέττας Μπούκα
Την ώρα που η ίδια η πατρίδα της την απέρριπτε, αξιολογώντας αρνητικά τα αποτελέσματα της εργασίας της, τα οποία ανοίγουν τον δρόμο για την αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μη θεωρώντας τα ικανά να ενταχθούν για χρηματοδότηση στο πρόγραμμα “Θαλής” του υπουργείου Παιδείας, η παγκόσμια ερευνητική κοινότητα την βράβευε με τον τίτλο της καλύτερης νέας ερευνήτριας για το 2011 διεθνώς.
Πρόκειται για την 30χρονη διδάκτορα του τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ Αναστασία Παπαδοπούλου, η οποία κατέκτησε το βραβείο της καλύτερης νέας ερευνήτριας (Young Investigator Award) για το έτος 2011. Η βράβευσή της έγινε κατά τη διάρκεια των εργασιών του 17ου ετήσιου παγκόσμιου συνεδρίου της Διεθνούς Εταιρείας Κυτταρικής Θεραπείας (17th International Society for Cellular Therapy Annual Meeting), που πραγματοποιήθηκε στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας στις 18-21 Μαΐου 2011.
Η εργασία που απέσπασε τη διεθνή διάκριση αποτελεί μέρος της διδακτορικής διατριβής της δρ. Αναστασίας Παπαδοπούλου, η οποία ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2011 και εκπονήθηκε στο πλαίσιο διεπιστημονικής συνεργασίας του τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ με το Κέντρο Κυτταρικής και Γονιδιακής Θεραπείας της Αιματολογικής κλινικής του νοσοκομείου “Γ. Παπανικολάου”, υπό τη συνεπίβλεψη του αναπληρωτή καθηγητή του τομέα Γενετικής, Ανάπτυξης και Μοριακής Βιολογίας Μηνά Γιάγκου και της γιατρού-αιματολόγου Ευαγγελίας Γιαννάκη της Αιματολογικής κλινικής του νοσοκομείου “Γ. Παπανικολάου” και ταυτόχρονα συνεργάτριας - αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο Washington-Seattle των ΗΠΑ.
“Είμαι ενθουσιασμένη. Νιώθω χαρά και ηθική ικανοποίηση για τη βράβευση αυτή. Ήταν μια επίπονη προσπάθεια, καθώς η έρευνά μας άρχισε το 2006 και ολοκληρώθηκε τον Μάιο. Ψάχνω να βρω κάτι που θα με ενδιαφέρει ως εργασία στην Ελλάδα, γιατί θα ήθελα πολύ να μείνω στη χώρα μου. Αν δεν το βρω, όμως, σκέφτομαι να φύγω στο εξωτερικό”, δηλώνει στη “Μ” η δρ. Αναστασία Παπαδοπούλου, η οποία κατάγεται από την Κρύα Βρύση Γιαννιτσών.
Όπως εξομολογείται, όταν δεν ασχολείται με την έρευνα και καταφέρνει να ξεκλέψει λίγο ελεύθερο χρόνο, της αρέσει να πηγαίνει στο γυμναστήριο, να χορεύει δημοτικούς χορούς και να παίζει ποντιακή λύρα.

Βήμα για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας

Η μελέτη που οδήγησε στη βράβευση της νεαρής ερευνήτριας είχε τον τίτλο “Η προθεραπεία με το φάρμακο bortezomib καταστέλλει το φλεγμονώδες μικροπεριβάλλον της αυτοάνοσης αρθρίτιδας, επιτρέποντας στα μεσεγχυματικά κύτταρα του μυελού των οστών να ασκήσουν θεραπευτική δράση”.
Σύμφωνα με αυτήν, προτείνεται η χρήση κυττάρων για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Τα μεσεγχυματικά κύτταρα του μυελού των οστών είναι πολυδύναμα κύτταρα, που διαφοροποιούνται σε ένα ευρύ φάσμα κυττάρων και ασκούν ισχυρή ανοσορυθμιστική δράση. Υπάρχει έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον για τη χρήση τους στην αναγέννηση ιστών και ως ανοσορυθμιστικά κύτταρα σε αυτοάνοσα νοσήματα, όπως είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα. Ωστόσο, υπάρχει αδυναμία των κυττάρων αυτών να δράσουν στην έντονη φλεγμονή που υπάρχει στον οργανισμό εξαιτίας της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
“Με την προκλινική μελέτη που κάναμε, επιχειρήσαμε να καταστείλουμε τη φλεγμονή με τη χορήγηση της φαρμακευτικής ουσίας bortezomib. Χορηγήσαμε το φάρμακο αυτό ενδοπεριτοναϊκά σε ζωικά πειραματικά μοντέλα (ποντίκια και αρουραίους) προσομοίωσης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας στον άνθρωπο. Αρχικά, διαπιστώσαμε ότι η φλεγμονή μειώθηκε σημαντικά, επιτρέποντας στα μεσεγχυματικά κύτταρα να δράσουν”, εξηγεί η δρ. Παπαδοπούλου και προσθέτει: “Στη συνέχεια πήραμε κύτταρα από τον μυελό των οστών, τα μετατρέψαμε σε μεσεγχυματικά και τα χορηγήσαμε στα πειραματόζωα. Αυτό που ανακαλύψαμε είναι ότι βελτιώθηκε η κλινική και ιστολογική τους εικόνα, θεραπεύτηκαν και επανήλθαν σε κανονική κατάσταση. Συνεπώς, ανοίγει ο δρόμος για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας”.
Σύμφωνα με τη βραβευμένη ερευνήτρια, μετά την ολοκλήρωση της προκλινικής μελέτης στόχος είναι η έναρξη της κλινικής μελέτης, δηλαδή της δοκιμής της θεραπείας σε ανθρώπους με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ωστόσο, πρόκειται για χρονοβόρα διαδικασία, με αρκετή γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα να μην είναι ξεκάθαρο πότε θα μπορέσει να γίνει το επόμενο βήμα.
Το απίστευτο, πάντως, είναι το “όχι” που εισέπραξε η συγκεκριμένη εργασία στην προσπάθεια των ερευνητών να την εντάξουν στο πρόγραμμα “Θαλής”. Τα πειράματα της εργασίας αυτής χρησιμοποιήθηκαν από την ερευνητική ομάδα ως προκαταρτικά αποτελέσματα για την υποβολή διεπιστημονικής-διαπανεπιστημιακής ερευνητικής πρότασης στο πρόγραμμα “Θαλής”. Ωστόσο, παρά την αναγνώριση της ερευνητικής προσπάθειας σε παγκόσμιο επίπεδο από τους πλέον ειδικούς στο πεδίο της κυτταρικής θεραπείας, η ερευνητική πρόταση που υποβλήθηκε στο παραπάνω πρόγραμμα “δεν αξιολογήθηκε θετικά” και απορρίφθηκε.

Υπάρχουν καλά μυαλά στην Ελλάδα

Ο αναπληρωτής καθηγητής του τομέα Γενετικής, Ανάπτυξης και Μοριακής Βιολογίας του τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ Μηνάς Γιάγκου εκφράζει την ικανοποίησή του για τη βράβευση της 30χρονης ερευνήτριας. Όπως επισημαίνει στη “Μ”, η βράβευση αυτή αποτελεί μία επιβράβευση και μία καταξίωση για την δρ. Παπαδοπούλου και τους άλλους ερευνητές, ενώ στόχος όλων είναι να συνεχιστεί η συνεργασία αυτή με την κλινική εφαρμογή της.
Παράλληλα, εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι μόλις τρεις ημέρες πριν από τη βράβευση της εργασίας της δρ. Παπαδοπούλου στο 17ο Παγκόσμιο Συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Κυτταρικής Θεραπείας η ίδια εργασία είχε απορριφθεί από το πρόγραμμα “Θαλής”, αν και δεν έγινε γνωστό αν η επιτροπή που τελικά δεν αξιολόγησε θετικά την εργασία απαρτιζόταν αποκλειστικά από έλληνες ή και ξένους ερευνητές.
“Αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται, τα ελληνικά πανεπιστήμια και η ερευνητική κοινότητα στην Ελλάδα διαθέτουν πολύ καλό έμψυχο δυναμικό, το οποίο, αν υποστηριχθεί, μπορεί να προσφέρει πολλά. Και δεν εννοώ να υποστηριχτεί μόνο οικονομικά αλλά και σε ό,τι αφορά τις δομές που απαιτούνται για να προχωρήσει η έρευνα. Έχει σημασία η ποιότητα των υλικών που χρησιμοποιούνται στην έρευνα, το πόσο γρήγορα φτάνουν στα χέρια των ελλήνων ερευνητών, ώστε να μπορέσουμε να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί”, επισημαίνει ο κ. Γιάγκου.

.