Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Πέθανε με τη ρετσινιά της φόνισσας

Η νοσηλεύτρια Θεοδώρα Σουφχάρα που κατηγορήθηκε για τρεις θανάτους, φυλακίστηκε και τελικά αθωώθηκε
Του Κώστα Καντούρη

Πέθανε μόνη, όπως έζησε τα τελευταία χρόνια, κάτω από τη φρικτή πίεση κατηγοριών, που τελικά κατέπεσαν στα ακροατήρια, η νοσηλεύτρια Θεοδώρα Σουφχάρα. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 παρουσιάστηκε σαν “μάνα φόνισσα”, αλλά και σαν “γυναίκα-δηλητήριο”, όταν κατηγορήθηκε για τον θάνατο του 8χρονου γιου της, αλλά και δύο ηλικιωμένων, των οποίων είχε αναλάβει τη νοσηλεία ως αποκλειστική νοσοκόμα. Από την αρχή αρνούταν την εμπλοκή της και χρειάστηκε να μείνει 17 μήνες προφυλακισμένη, μέχρι που αθωώθηκε απ’ όλα τα δικαστήρια.Η 57χρονη Σουφχάρα, ομογενής από την Τσεχοσλοβακία, βρέθηκε νεκρή από ένα φιλικό της ζευγάρι, επίσης ομογενών από την ίδια χώρα, στο ισόγειο διαμέρισμά της στη Σταυρούπολη το βράδυ της περασμένης Πέμπτης. Τα τελευταία χρόνια προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τον καρκίνο, χωρίς να έχει επαφή με οποιονδήποτε συγγενή της. Άλλωστε η μοναδική της κόρη, είχε μεγαλώσει και ενηλικιώθηκε στο ορφανοτροφείο “Μέλισσα”, αφού είχε αφαιρεθεί η επιμέλεια από τη μητέρα της λόγω των κατηγοριών που αντιμετώπιζε. Οι επαφές με την 57χρονη ήταν ελάχιστες, αφού σχεδόν δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους, παρά τις προσπάθειες της γυναίκας, με εντάσεις μέσα στο ορφανοτροφείο να την πάρει στο σπίτι τους. Είναι ενδεικτικό πως μέχρι και χθες κανένας δεν είχε παραλάβει τη σορό της για να ταφεί και παρέμεινε στα ψυγεία του νεκροτομείου.
Η 57χρονη γίνεται “πρώτο θέμα” στα τηλεοπτικά δελτία της εποχής, ως κατηγορούμενη για τον θάνατο δύο ηλικιωμένων. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο που είχε συνταχθεί και με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη, τους είχε δηλητηριάσει με αντιδιαβητικά φάρμακα και ένα περίεργο “βότανο” και έχασαν τη ζωή τους από υπογλυκαιμικό σοκ. Η νοσηλεύτρια, που εργαζόταν ως αποκλειστική νοσοκόμα στους ηλικιωμένους, προφυλακίστηκε, για ν’ αποφυλακιστεί 17 μήνες αργότερα με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, που ζητεί ταυτόχρονα να συνεχιστεί η δικαστική έρευνα για τους δύο θανάτους.
“Η οικονομική κατάσταση και εν γένει διαβίωση της κατηγορούμενης κυμαίνεται από πολύ άσχημη έως τραγική. Είναι άνεργη και φαίνεται στερούμενη των απολύτως αναγκαίων προς επιβίωση. Κατά τον χρόνο που φέρεται ότι τέλεσε τα αδικήματα ευρισκόταν υπό έξωση, υφιστάμενη τις πιέσεις του ιδιοκτήτη του σπιτιού όπου διέμενε”, ανέφερε χαρακτηριστικά το σκεπτικό του βουλεύματος, περιγράφοντας την οικτρή κατάσταση της νοσηλεύτριας.
Λίγο πριν οδηγηθεί στις φυλακές ήρθε και δεύτερο χτύπημα, που αφορούσε τον θάνατο του 8χρονου γιου της, Νικόλαου, που βρέθηκε νεκρός τον Σεπτέμβριο του 1994. Το παιδί βρήκε η ίδια σε κώμα στο σπίτι τους και κατηγορήθηκε για έκθεση που είχε συνέπεια τον θάνατο. Οι δικαστές “συμπληρώνουν” το βαρύ κατηγορητήριο με τις πράξεις της αποπλάνησης και της αιμομιξίας κατά των παιδιών της. Η γυναίκα εξακολουθεί να διακηρύσσει πως είναι αθώα, αλλά μένει στη φυλακή και παραπέμπεται σε δίκες.

“Βροχή” οι αθωώσεις

Η πρώτη αθώωση έρχεται από το Συμβούλιο Εφετών και αφορά τον θάνατο του γιου της. Οι δικαστές με βούλευμα το 1997 δέχονται πως το παιδί πέθανε από ωτογενή λοίμωξη και ότι δεν ευσταθούσε η κατηγορία της έκθεσης από την πλευρά της μητέρας του. Ωστόσο την παραπέμπουν σε δίκη για αποπλάνηση και αιμομιξία και για τα δύο της παιδιά. Το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Γιαννιτσών εκδίδει αθωωτική απόφαση κατά πλειοψηφία, με αθωωτική πρόταση του εισαγγελέα της έδρας.
Ακολουθεί η μεγάλη δίκη της Θεοδώρας Σουφχάρα για τον θάνατο των δύο ηλικιωμένων. Στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κατερίνης απαλλάσσεται των κατηγοριών της και κρίνεται ότι δεν χορήγησε οποιαδήποτε επικίνδυνη ουσία στους δύο ηλικιωμένους. Το 1999, η 47χρονη τότε νοσηλεύτρια, ράκος από την περιπέτειά της, περιμένει τη δικαίωση από την κοινωνία, την οποία δεν βρήκε ποτέ. Ούτε ακόμη από τους συγγενείς της, που την άφησαν μόνη της. “Μπορεί να αθωώθηκε, αλλά ποτέ δεν δικαιώθηκε”, επισήμανε μιλώντας στη “Μ” ο συνήγορος υπεράσπισής της Γιάννης Νισύριος. “Ο διασυρμός της ήταν μεγαλύτερος από τις αθωωτικές αποφάσεις. Έπεσε θύμα διαδοχικών λαθών των αρχών”, συμπλήρωσε.
Η νοσηλεύτρια ξεκινάει νέο δικαστικό αγώνα, προκειμένου αυτή τη φορά να δικαιωθεί για όσα της καταλογίστηκαν και άδικα φυλακίστηκε, όπως και διασύρθηκε. Τον Δεκέμβριο του 2002 καταθέτει αγωγή και διεκδικεί αποζημίωση 1 εκατομμυρίου ευρώ από την ιατροδικαστική υπηρεσία του ΑΠΘ, θεωρώντας ότι η έκθεση του ιατροδικαστή ήταν αυτή που ενίσχυσε τα κατηγορητήρια. Η αγωγή της όμως απορρίπτεται από τα δικαστήρια.
Τα τελευταία χρόνια έμενε μόνη σε ένα ισόγειο διαμέρισμα στη Σταυρούπολη και συντηρούταν από την αναπηρική σύνταξη που έπαιρνε ως καρκινοπαθής. Της είχαν μείνει μόνον δύο φίλοι, οι οποίοι ανησύχησαν για την απουσία της και τη βρήκαν πεσμένη, δίπλα στο πιάνο, στο σαλόνι του διαμερίσματος..