Πρόκληση από 850 πρώην “εθνοπατέρες”.
Υπολογίζεται ότι διεκδικούν συνολικά 80 εκατομμύρια ευρώ..
Εν μέσω κρίσης συνταξιούχοι πρώην βουλευτές διεκδικούν αναδρομικά αυξήσεις που, σύμφωνα με πληροφορίες, μπορεί να φτάσουν ή ακόμη και να ξεπεράσουν τα ογδόντα εκατομμύρια ευρώ. Η εκδίκαση της υπόθεσης, που αφορά περίπου 850 συνταξιούχους βουλευτές, βρίσκεται σε εκκρεμότητα στην ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δήλωσε στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής η πρόεδρος του δεύτερου τμήματος Φλωρεντία Καλδή, η οποία μάλιστα ζήτησε να γίνει νομοθετική ρύθμιση για να λυθεί το θέμα. Σε ό,τι αφορά τους εν ενεργεία βουλευτές, ο πρώην πρόεδρος του σώματος Απ. Κακλαμάνης θύμισε ότι με ομόφωνη απόφαση της ολομέλειας της Βουλής αποφασίστηκε να μη διεκδικήσουν αυξήσεις στις βουλευτικές αποζημιώσεις τους. Η αρχή έγινε με την προσφυγή ενός συνταξιούχου, ο οποίος δικαιώθηκε κατόπιν προσφυγής του στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Σύμφωνα με την αντιπρόεδρο του β’ τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι βουλευτές ζητούν τα αναδρομικά επικαλούμενοι τη ρύθμιση που ισχύει για τους δικαστές (2003-2007). Όπως επίσης είπε, υπάρχουν τρεις κατηγορίες: αυτοί που τα ζητούν με τη ρύθμιση των δικαστών, οι άλλοι που δεν μπήκαν στη ρύθμιση και τα ζητούν με όλες τις προσαυξήσεις και η τρίτη κατηγορία από το 2008 και εντεύθεν. Σε ερώτηση αν έχει βγει απόφαση, η κ. Καλδή απάντησε θετικά και εξήγησε πως έχει βγει απόφαση, αλλά επέστρεψε το θέμα στην ολομέλεια προς νέα διευκρίνιση, προκειμένου να διαπιστωθεί αν τα δικαιούνται μετά την απόφαση της Βουλής ότι οι βουλευτές αποποιούνται των αναδρομικών τους. Δεδομένου όμως ότι η απόφαση (σύμφωνα με τον νόμο θα είναι θετική) βρίσκεται σε εκκρεμοδικία, μένει να δούμε αν οι δικαιούχοι βουλευτές κάνουν χρήση της απόφασης ή όχι. Η κ. Καλδή επέμεινε να γίνει νομοθετική ρύθμιση, ώστε να λυθεί το θέμα, διότι οι δικαιούχοι βασίζονται στον νόμο που λέει ότι οι βουλευτές δικαιούνται αυτοδικαίως τις αυξήσεις που πήραν οι δικαστικοί. Η δικαιοσύνη ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας αποφάσεις και ψηφίσματα της Βουλής από το 1964 ώς το 1975 για εξομοίωση των αποδοχών βουλευτών - δικαστών δέχτηκε ότι “Η σύνδεση της βουλευτικής αποζημίωσης με τις συνολικές αποδοχές του ανώτατου δικαστικού λειτουργού έχει ως συνέπεια ότι κάθε μεταβολή των συνολικών μηνιαίων αποδοχών αυτού επιφέρει αυτοδίκαια την άμεση αντίστοιχη μεταβολή του ύψους της βουλευτικής αποζημίωσης, που αποτελεί και τη βάση προσδιορισμού της βουλευτικής σύνταξης”.
Το πράσινο φως για τις αναδρομικές αυξήσεις άναψε με απόφασή του το Ελεγκτικό Συνέδριο, που έκανε δεκτή αίτηση πρώην βουλευτή και ακύρωσε την απόφαση με την οποία το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους αρνήθηκε να αυξήσει τη σύνταξή του αναδρομικά για το διάστημα από το 2002 έως το 2007, με βάση τις αναδρομικές αυξήσεις των δικαστικών λειτουργών. Σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έσφαλε και πρέπει να επανεξετάσει την υπόθεση προσδιορίζοντας το ύψος των χρημάτων που οφείλονται στον πρώην βουλευτή. Και τούτο διότι “οποιαδήποτε μεταβολή των μηνιαίων αποδοχών του προέδρου ανώτατου δικαστηρίου επηρεάζει άμεσα το ύψος της βουλευτικής αποζημίωσης και συνεπάγεται και αντίστοιχη μεταβολή της καθοριζόμενης σε ποσοστό επί της βουλευτικής αποζημίωσης σύνταξης εκείνων που διετέλεσαν βουλευτές”. Το ύψος των αναδρομικών αναμένεται ιδιαίτερα υψηλό, αν ληφθεί υπόψη ότι ο συνταξιούχος βουλευτής ζητούσε με διάφορα επιχειρήματα ποσό 233.681 ευρώ για μία τετραετία (2000-2004) ή 136.040 ευρώ για δυόμισι χρόνια (από τις αρχές του 2002 μέχρι τα μέσα του 2004).
Τα αιτήματα αυτά δεν εξετάστηκαν γιατί δεν υποβλήθηκαν με τη βασική αίτηση αλλά με μεταγενέστερο δικόγραφο πρόσθετων λόγων. Σε κάθε περίπτωση, οι διεκδικούμενες διαφορές για τη σύνταξη ίσως τελικά ξεπεράσουν τα 250.000 ευρώ. Άρα σήμερα μπορεί να μιλάμε για αναδρομικά πάνω από ογδόντα εκατομμύρια ευρώ. .