Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

Λάστιχο...

Η Ρουμανία δείχνει το δρόμο του αγώνα. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές μισθών στο δημόσιο τομέα, το ΔΝΤ πήρε το καπελάκι του για να φύγει και η κυβέρνηση αναγκάστηκε ν' αυξήσει κατά δύο μονάδες το ΦΠΑ, προκειμένου να εκταμιευθεί μία ακόμη δόση οικονομικής βοήθειας. Το έργο πιθανώς θα ανεβεί και στην ελληνική σκηνή, αφού το Ελεγκτικό Συνέδριο έστειλε τα πρώτα μηνύματα. Η διάταξη για τις άγαμες κορασίδες προβληματίζει, η μείωση των συντάξεων θίγει το δικαίωμα στην περιουσία, οι νεοπροσλαμβανόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι δεν επιτρέπεται να ασφαλίζονται στο ΙΚΑ, η απαγόρευση να εργάζονται οι συνταξιούχοι του Δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα είναι αντίθετη με την ΕΣΔΑ, οι υπάλληλοι της Βουλής πρέπει να διατηρήσουν τα ασφαλιστικά προνόμιά τους. Με άλλα λόγια, το να προσπαθείς να εξορθολογίσεις τον παραλογισμό του ασφαλιστικού συστήματος είναι σαν να βαδίζεις σε ναρκοπέδιο - δεν ξέρεις ποια νάρκη θα σκάσει κάτω από τα πόδια σου. Και δεν τελειώνει εδώ η ιστορία. Μπορεί ο νόμος να ψηφιστεί, αλλά αύριο ο Άρειος Πάγος ή το ΣτΕ να κρίνουν άλλες διατάξεις αντισυνταγματικές. Οπότε, το Δημόσιο θα τρέχει και δε θα φτάνει. Τα νομικά δεν είναι μαθηματικά. Ένα κι ένα δεν κάνουν απαραίτητα δύο. Αλλά ειδικά στο Συνταγματικό Δίκαιο, τον κατ' εξοχήν πολιτικό κλάδο δικαίου, ένα κι ένα μπορεί να κάνουν και τρία και είκοσι τρία και πενήντα οκτώ. Κάποιες ρήτρες είναι τόσο γενικές, ώστε οι δικαστές μπορούν να τις ερμηνεύουν ανάλογα με τις ιδεολογικές προδιαθέσεις τους. Ας μην εκπλαγεί κανείς εάν αύριο κριθεί ότι η περικοπή του δώρου Χριστουγέννων παραβιάζει την αρχή της εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Δημόσια Διοίκηση. Κυνικά μιλώντας, όρεξη να 'χουν οι δικαστές και μπορούν να βγάλουν συνταγματικό να εισπράττουν συντάξεις και οι πεθαμένοι. Και σε μία χώρα όπου η υπεράσπιση του μνημονίου αποτελεί υπόθεση του Παπανδρέου, του Παπακωνσταντίνου, του Σαχινίδη και κάποιων άλλων «ανάλγητων», ενώ το μισό ΠΑΣΟΚ και σύσσωμη η Νέα Δημοκρατία με την Αριστερά παριστάνουν τους «κοινωνικά ευαίσθητους», δύσκολα η Δικαιοσύνη μπορεί να παραμείνει ανεπηρέαστη. Όχι απαραίτητα για λόγους ιδιοτέλειας -κάτι που δυστυχώς κατάφερε να θέσει υπό αμφισβήτηση, έτσι όπως διαχειρίστηκε το προνόμιο να αποφασίζει για τους μισθούς των δικαστών- αλλά για λόγους πολιτικής αντίληψης για τα πράγματα. Συμπεράσματα: Ο δημόσιος τομέας όλο και θα σώσει κάποια «κεκτημένα». Και επειδή τα χρήματα κάπως πρέπει να βρεθούν, τα σπασμένα θα πληρώσει ο κόσμος της ιδιωτικής εργασίας.
Του Μάκη Βοϊτσίδη